Tuesday, April 5, 2011

Χάρης Τσιόκας: Ο τζαμπατζής θεολόγος

Το κίνημα άρνησης πληρωμής διοδίων και εισιτηρίων ήταν ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα της μάλλον άκαιρης αύξησής τους σε υπέρογκα επίπεδα. Ποιός οικονομολογικός εγκέφαλος θα σκεφτόταν κάτι τέτοιο σε καιρό οξείας οικονομικής κρίσης και περικοπής μισθών; Ποιά οικονομική θεωρία μπορεί να δικαιολογεί μία τέτοια απόφαση από μία κυβέρνηση που υποτίθεται πως έχει στους κόλπους της μεγάλους οικονομολόγους;

Όπως και να έχει, αυτό που κάποτε θα αποτελούσε χαρακτηριστικό περιθωριακών ατόμων έγινε πλέον συμπεριφορά αμέτρητων καθημερινών ανθρώπων που είδαν με αγανάκτηση τη νέα επιδρομή στα μειούμενα εισοδήματά τους. Πως όμως αντιδρά μία σοσιαλιστική κυβέρνηση σε μία τέτοια άρνηση της εξουσίας της; Μα φυσικά στέλνοντας τους χωροφύλακες να δώσουν ένα γερό μάθημα σε όσους διαμαρτύρονται.


Τις ενέργειες της σοσιαλιστικής κυβέρνησης ανέλαβε να συντονίσει ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Υποδομών Χάρης Τσιόκας. Με αυστηρό, θεολογικό, ύφος κατακεραύνωσε τους τζαμπατζήδες, κηρύσσοντας πύρκαυλος πως οι επιπτώσεις για την απείθειά τους δε μπορεί, δεν είναι δυνατόν, να περιορίζονται μόνο σε ένα πρόστιμο. Η αυξημένη αίσθηση του δικαίου που πάντα διακατείχε τον Χάρη τον οδήγησε στο να απαιτήσει, ως μία κάπως υπέρβαρη τραβεστί Σαλώμη, το κεφάλι των τζαμπατζήδων που τόλμησαν να αντισταθούν στη βούλησή του για αύξηση των εισιτηρίων κατά 40% την ώρα που οι μισθοί μειώνονται και οι άνεργοι αυξάνονται.


Ποιός είναι όμως ο Χάρης; Μήπως είναι κάποιος οικονομολόγος; Μηχανικός; Τεχνοκράτης με αίσθηση του παλμού της αγοράς;


Τίποτα από όλα αυτά. Ο Χάρης αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα του πως μπορεί κάποιος να αναδειχθεί, φυσικά χάρη στην προσωπικότητά του, σε Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Υποδομών, και να διαχειρίζεται τα τεχνοκρατικά και οικονομικά ζητήματα διαισθητικά χωρίς τυπική εκπαίδευση στους κλάδους αυτούς. Άλλωστε, οι απαιτήσεις για χαρτιά είναι για τους κοινούς θνητούς, και όχι για έναν γίγαντα του πνεύματος (και της μπάκας) του μεγέθους του Χάρη.


Ο Θεοχάρης φαινόταν από μικρός πως θα διαπρέψει. Φαινόταν στο πλατυκέφαλο σουλούπι του, το οποίο παρέπεμπε σε μία τάση για στοχασμό που κάποτε θα έλυνε τα προβλήματα του τόπου, και ιδίως εκείνο της διαφθοράς. Δεν υπήρχε λοιπόν άλλη οδός για τον μικρό Χάρη, παρά να ακολουθήσει σπουδές θεολογίας στην αγαπημένη του Θεσσαλονίκη, η οποία για τους επαρχιώτες της Βορείου Ελλάδος αποτελούσε το καύχημά τους απέναντι στην πρωτεύουσα. Εκεί ήταν που ο Χάρης μπόρεσε να επιδοθεί με περισσή όρεξη στο φαγητό, και ιδιαίτερα στα πεϊνιρλί, γεγονός που είναι ευδιάκριτο ακόμα και σήμερα.



Η περίοδος των σπουδών συνέπεσε για το Χάρη με το κοσμοϊστορικό γεγονός της μεταπολίτευσης, και αυτό δε μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητο τον ευαίσθητο φοιτητή θεολογίας. Συναισθανόμενος το άχθος των αδυνάτων, αποφάσισε να γίνει σοσιαληστής, ώστε να βοηθήσει τους οικονομικά ασθενέστερους για να μην υποφέρουν τόσο πολύ. Χρόνια αργότερα θα το κατάφερνε, αυξάνοντας τις τιμές των εισιτηρίων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς μόνο 40%, και φυσικά καθιστώντας τη μη πληρωμή εισιτηρίου κακούργημα.


Επάνω στις ζυμώσεις για το προτσές του σοσιαλισμού, ο Χάρης άφησε προσωρινά τις ζύμες των πεϊνιρλί για να πρωτοστατήσει στην ίδρυση της ΠΑΣΠ Θεσσαλονίκης, εγκαθιδρύοντας στο ΑΠΘ μία παράδοση φοιτητοπατέρων που κρατάει ακόμα και σήμερα. Όσοι ταπεινοί επισκέπτες προσέρχονται στο κτίριο του ΑΠΘ για να αντικρύσουν τους τοίχους όπου οι αφισοκολητές εναποθέτουν τα δάκρυά τους μετά από το ξύλο με τις αντίπαλες παρατάξεις ξέρουν ποιόν πρέπει να ευγνωμονούν για αυτή τη γαλήνια εικόνα δημοκρατίας.


Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, ο Χάρης Τσιόκας ήξερε ποιό δρόμο θα ακολουθούσε. Έβλεπε μπροστά ο Χάρης. Ενώ οι άλλοι θεολόγοι προσπαθούσαν να αναδειχθούν μέσα από παραεκκλησιαστικές οργανώσεις και κακοραμμένα παλιομοδίτικα κοστούμια, ο οραματιστής Χάρης υπέκυψε στη γοητεία του ζιβάγκο. Βέβαια, όπως κάθε σοσιαληστής που σέβεται τον εαυτό του, αργότερα το εγκατέλειψε για ακριβά κοστούμια που καλύπτουν με χάρη τα πάχια, τα οποία συνδύαζε (τα κοστούμια δηλαδή) με γραβάτες σε απαλούς χρωματισμούς, με ιδιαίτερη προτίμηση στο ροζουλί.

Ως διορισμένος καθηγητής θεολογίας, ο Χάρης διακρίθηκε πάλι ως μαχόμενος σοσιαληστής. Αντί να κάθεται στην τάξη να κάνει μάθημα και να μαραζώνει αφήνοντας τα ταλέντα του ανεκμετάλευτα, το έριξε στο συνδικαλισμό. Ως πρόεδρος της επαρχιακής ΕΛΜΕ Καστοριάς μπόρεσε να αφοσιωθεί στην πολιτική του καριέρα απηλλαγμένος από την τετριμμένη καθημερινότητα του μαθήματος. Όπως και η Αννούλα Διαμαντοπούλου, έτσι και ο Χάρης θήτευσε στη δημόσια διοίκηση ως νομάρχης στη Σάμο και στις Σέρρες. Βέβαια στην Καστοριά μπορεί να μην είχε δει θάλασσα, αλλά αυτό είχε μικρή σημασία, καθώς η πράσινη κάρτα πιστοποιούσε την καταλληλότητά του για τη θέση.

Όλα αυτά τα χρόνια, ο Χάρης επιδόθηκε σε ένα όργιο κομματικών διαβουλεύσεων. Μπορεί να μην κατάφερε να θεωρηθεί ηγετικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, κατάφερε όμως να ενταχθεί στην ομάδα των λοχαγών, η οποία απαρτιζόταν από διάφορους φιλόδοξους νέους (τότε) που το συνολικό IQ τους δημιουργούσε θυμηδία στους πολιτικούς κύκλους. Τον βοήθησε και η συνδικαλιστική του πορεία, καθώς είναι γνωστό πως οι συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ είναι μανιώδεις οπαδοί του αθλήματος του ψιθυρισμού. Έτσι, το 1996 ήρθε η μεγάλη ώρα για το Χάρη, ο οποίος βγήκε βουλευτής. Δόξα που ζήλωσαν και άλλοι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί, αλλά φαίνεται πως δεν είχαν τις Τσιόκιες ικανότητες στην κενολογία.

Ως βουλευτής, ο Χάρης μπόρεσε να επιδοθεί στο τζαμπατζηλίκι απερίσπαστα. Να απολαύσει τα ελευθέρας, τα δωρεάν ταξίδια, τις παχυλές αποδοχές. Αυτά όμως μέχρι το 2009, οπότε και η άβυσσος απλώθηκε απειλητική μπροστά στον τέως πλέον βουλευτή. Πώς να ξαναγυρίσει στο καθηγητιλίκι ένας πρώην βουλευτής και νομάρχης; Θα μπορούσε βέβαια να βάλει πάλι υποψηφιότητα σε κάποια ΕΛΜΕ, αλλά ποιός συνδικαλιστής θα του έδινε αδιαμαρτύρητα τη θέση του;



Η λύση βρέθηκε μέσω του opengov, της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για την αξιοκρατική επιλογή στελεχών του δημοσίου που σκαρφίστηκε ο γκουρού της κυβερνητικής και της ποδηλασίας Jeffrey Papandreou. Ο Χάρης υπέβαλλε κι αυτός το βιογραφικό του, και σεμνά και ταπεινά η αξιοκρατική και διαφανής διαδικασία του έδωσε την καρέκλα του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Υποδομών. Τελείως συμπτωματικά, εκεί ήταν υπουργός ο Δημήτρης Ρέππας, κολλητός από την εποχή των λοχαγών.



Ετσι, ο Χάρης βρήκε μία νέα φιλόξενη στέγη ώστε να μην αναγκαστεί λίγο πριν τη σύνταξη να διακινδυνέψει την είσοδό του στις σχολικές αίθουσες. Εξάλλου, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, πως θα άντεχε ο βουλευτής την αναίδεια των μαθητών για το δολιχοκέφαλο στομφώδη θεολόγο;


Στη θέση του γενικού γραμματέα, ο Χάρης έδειξε αμέσως το ταλέντο του στην εξεύρεση λύσεων, δανειζόμενος τις προσεγγίσεις των ηγητόρων του υπαρκτού σοσιαλισμού, Εμβέρ Χότζα και Νικολάι Τσαουσέσκου. Αύξησε κατακόρυφα τις τιμές των εισιτηρίων, και όταν το κοινό αντέδρασε απάντησε με δυναμισμό, εξαγγέλοντας την πάταξη όσων δεν πληρώνουν εισιτήριο και την παραδειγματική τιμωρία τους, όχι μόνο με χρηματικό πρόστιμο, αλλά και με φυλάκιση και γιατί όχι και με καταναγκαστικά έργα. Ο Χάρης εξήγγειλε πως οι "τζαμπατζήδες" κοστίζουν 20 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, οπότε θα δημιουργήσει ειδικό αστυνομικό σώμα για να τους πιάσει, και με τον τρόπο αυτό θα εξοικονομήσει 15 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Το που θα πάνε τα υπόλοιπα 5 εκατομμύρια δεν το προσδιόρισε, οπότε θα υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποια μυστικιστική, θεολογική εξήγηση. Και μπορεί να είναι αδύνατο να κυκλοφορήσει κάποιος σε αρκετές περιοχές του κέντρου, αλλά η πραγματική ανάγκη για αστυνόμευση βρίσκεται, σύμφωνα πάντα με το Χάρη Τσιόκα, μέσα στα βαγόνια του μετρό και τα λεωφορεία, όπου η αστυνομία θα ελέγχει αν κάποιος άνεργος δεν έχει να πληρώσει το εισιτήριο ώστε να σταλεί άμεσα στη φυλακή.

Βέβαια, οι πονηροί τζαμπατζήδες μπορεί να σκαρφιστούν κάποιο καινούριο κόλπο. Για παράδειγμα, μπορεί να κάνουν πως είναι αλλοδαποί λαθρομετανάστες, και πως πάνω στο παλιό εισιτήριο έχουν γράψει στίχους από το κοράνι που ο αστυνομικός προσέβαλε. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο όμως δεν τρομάζει έναν γίγαντα της θεολογικής κατάρτισης σαν το Χάρη Τσιόκα, ο οποίος είναι και Γενικός Γραμματέας στην Παγκόσμια Οργάνωση – Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας, ώστε να δώσει παγκοσμίως τα φώτα του ως αλτρουϊστής και υπερασπιστής των φτωχότερων.

Ο Χάρης Τσιόκας είχε από ανέκαθεν την πρόνοια να φροντίζει για την προβολή του. Έτσι, αν και δε μπήκε πολλές φορές σε σχολική τάξη, φρόντισε να βγάλει φωτογραφίες μπροστά σε μαυροπίνακα για να αναδείξει το προφίλ του λαϊκού εκπαιδευτικού. Γρήγορα κατάλαβε τη σημασία του Facebook, αλλά και του YouTube. Άνοιξε και διατηρεί λογαριασμούς, μέσω των οποίων ενημερώνει τους θαυμαστές του για τις κομματικές δραστηριότητές του, αλλά και για τις κουλτουριάρικες ανησυχίες του. Ιδιαίτερα δε τονίζει πόσο του αρέσει να πηγαίνει στο Σταυρό του Νότου, αλλά δε μας προσδιορίζει αν η μη εφαρμογή της απαγόρευσης του καπνίσματος στο συγκεκριμένο χώρο τον ενοχλεί όσο και το κίνημα του "Δεν Πληρώνω".

Φαίνεται πως η δουλειά του Γενικού Γραμματέα ενός υπουργείου είναι πολύ ανιαρή, οπότε ο Χάρης διασκεδάζει την πλήξη του γράφοντας ανελλιπως σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί, οι κομματικοί του φίλοι δε χάνουν την ευκαιρία να τον συγχαρούν για τον αγώνα του για την πάταξη της διαφθοράς και την έλευση της διαφάνειας. Με τον όρο "διαφθορά" δεν εννοούν τους εκπαιδευτικούς που βρήκαν έναν τρόπο για να μην πατάνε ποτέ στην τάξη, ούτε με τον όρο "αδιαφάνεια" εννοούν τα κομματικά στελέχη που πήραν καρέκλες μέσω της γνωστής αξιοκρατικής διαδικασίας του opengov. Εννοούν εκείνους που διαμαρτύρονται για τα ακριβά εισιτήρια και διόδια, οι οποίοι και προσβάλλουν βάναυσα τη θεολογική παιδεία ενός Χάρη Τσιόκα. Αυτή άλλωστε φαίνεται και από το ρητό που ο ευλαβής προς τις παραδόσεις Χάρης τοποθετεί στο επίκεντρο του είναι του: "Καλοχαιρετα τους πεζους οταν καβαλικευεις για να σε χαιρετουν και αυτοι οταν θα ξεπεζεψεις". Αυτό εξηγεί γιατί ο Χάρης κρατιέται γερά από το καλάμι, γιατί όταν ξεπεζέψει μπορεί τα γιαούρτια να είναι ληγμένα.

Καμιά φορά όμως τα σχόλια του Χάρη δίνουν την αφορμή σε παρείσακτους που δεν κατανοούν το βάθος της σκέψης του για να τον κράξουν για την εμμονή του στους βερμπαλισμούς περί τζαμπατζήδων, την οποία οι κακοήθεις βλέπουν ως προϊόν τυπικού θεολογικού δογματισμού που θα φούσκωνε με περηφάνια τα στήθη των Φαρισαίων προγόνων του.

Η δημόσια παρουσία του Χάρη είναι χαρακτηριστική πολλών συνδικαλιστών της ΟΛΜΕ: Ασύντακτος και ασυνάρτητος λόγος, συντακτικό μαθητή του δημοτικού, μηρυκασμός εκφράσεων χάριν εντυπωσιασμού, απύθμενη κενολογία. Και το παρουσιαστικό του όμως συμβαδίζει με το λόγο του: Χωριατόφατσα που παραπέμπει σε κρασοκατανύκτη, σουλούπι στο στυλ του Πάγκαλου, ακριβά σακάκια ενίοτε δίνουν τη θέση τους σε ανάλαφρα πουκάμισα που προσπαθούν να κρύψουν τον τεράστιο όγκο φαγητών και τσίπουρου που κατεβάζει ο εγκρατής θεολόγος κατά τις γυροβολιές στα πράσινα καφενεία.




Το opengov έδειξε και στην περίπτωση του Τσιόκα με πόση επιτυχία επέλεξε τα στελέχη του δημοσίου: Ένας θεολόγος βρέθηκε στο τιμόνι του Υπουργείου Υποδομών, ίσως για να υποδηλώσει τη βαθιά πίστη του Jeffrey Papandreou πως τα προβλήματα του τόπου μπορούν να επιλυθούν μόνο μέσω της μεταφυσικής οδού.


Και ποιός θα ήταν πιο ταιριαστός Υπουργος Υποδομών για έναν θεολόγο Γενικό Γραμματέα από έναν οδοντίατρο που ποτέ του δεν άσκησε την οδοντιατρική προκειμένου να διακριθεί και αυτός στο τζαμπατζιλίκι;




Η τοποθέτηση του Ρέππα στο ζήτημα των συγκοινωνιών ήταν τυπική της μοχθηρίας με την οποία κάποιοι επαρχιώτες βλέπουν τους πρωτευουσιάνους. Δεν μπορεί, βροντοφώναξε ο επαρχιώτης βουλευτής από την Αρκαδία, να πληρώνει η επαρχία για τις συγκοινωνίες των Αθηναίων. Τους Αθηναίους που τόσο μισεί ο Αρκάς βλαχάκος, καθώς δε μπόρεσε ποτέ να αποβάλλει από πάνω του το κόμπλεξ του χωριάτη, που οι άξεστοι τρόποι του και το βουκολικό παρουσιαστικό του τον έκαναν πάντα να αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι σε όσους έβλεπαν με απέχθεια τον μυστακοφόρο επαρχιώτη να φωνάζει με όλη του τη δύναμη για την επικράτηση του σοσιαλισμού. Αυτά τα υποτιμητικά βλέματα τον ώθησαν στο να σταματήσει την καλλιέργεια του θαμνώδους, σχεδόν τσιγκελωτού, μύστακα που ήταν σήμα κατατεθέν των κομψευόμενων αμνοβοσκών της αρκαδικής υπαίθρου. Κατά βάθος όμως μίσησε ακόμα περισσότερο το Αθηναϊκό κατεστημένο που τον ανάγκασε να αφήσει τις τιμημένες παραδόσεις της αγνής και άδολης σοσιαλιστικής επαρχίας.




Η αλήθεια είναι πως, αν ο Ρέππας, ή έστω ο υπασπιστής του Τσιόκας, ήξεραν τα στοιχειώδη από Οικονομία και Διοίκηση, θα έβλεπαν το αυτονόητο. Ότι δηλαδή τα ελλείματα των συγκοινωνιών δεν οφείλονται στους αναξιοπαθούντες Αθηναίους, αλλά από τη μία στην υπερβολική αύξηση του εισιτηρίου και από την άλλη στο ότι τα χρήματα που το κράτος δίνει στις συγκοινωνίες χάνονται σε διάφορα υπουργεία. Όμως ο Αρκάς πολιτικός βρήκε πιο βολικό να ρίξει το φταίξιμο στους Αθηναίους, με τον ίδιο τρόπο που κάποτε έριχνε το φταίξιμο στους κακούς δικτάτορες για το ότι εκείνος δεν έμαθε ποτέ του οδοντιατρική.

Ο Δημήτρης ήρθε στη λαμπερή Αθήνα ως φοιτητής Οδοντιατρικής. Πίστευε ότι έτσι θα αποκτούσε το στάτους που θα επεσκίαζε τα επαρχιακά του συμπλέγματα. Γρήγορα όμως αντελήφθη ότι μπροστά του απλωνόταν ένας άλλος δρόμος, πολύ πιο θελκτικός: αυτός της δημόσιας ζωής.



Άρχισε λοιπόν ο Δημήτρης να ασχολείται με το φοιτητικό κίνημα, δηλαδή με τις συνεχείς διαβουλεύσεις σπυριάρικων φοιτηταρίων για το μέλλον της πολιτικής, ώστε να μη χρειάζεται να κουράζεται διαβάζοντας. Καθώς τότε η εξουσία ήταν στα χέρια των δικτατόρων, αποφάσισε να τους γράψει μία επιστολή προκειμένου να κάνει αισθητή την παρουσία του, ευελπιζόμενος την ανάληψη κάποιου καλού πόστου. Οι κακοί συνταγματάρχες όμως προτίμησαν να αγνοήσουν τον ταπεινό Δημήτρη. Το βρήκαν μπροστά τους το κακό που του έκαναν. Μόλις γύρισε ο τροχός, ο Ρέππας οργανώθηκε καλά στην ΕΦΕΕ, πρωτοστατώντας στις διώξεις των υποτίθεται χουντικών καθηγητών, μέχρι να βρεθούν καθηγητές πρόθυμοι να του δώσουν πτυχίο.

Απονέμοντας στον εαυτό του τα παράσημα του αντιστασιακού, ο Ρέππας αφωσιώθηκε με όλες του τις δυνάμεις στην πολιτική, ώστε να μη χρειαστεί να συναγωνιστεί τους άλλοτε συμφοιτητές του στον επιστημονικό στίβο. Κάποιοι καλοθελητές βέβαια θυμήθηκαν τις επιστολές που έστελνε στους παράγοντες της χούντας επιζητών την εύνοιά τους, αλλά ο Δημήτρης είχε έτοιμη την απάντηση: Είμαι αντιστασιακός, τους έλεγε, και με αυτή τη μαγική φράση αποστόμωνε όσους ήθελαν να του θυμίζουν το ατομικό και οικογενειακό παρελθόν του.

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Το σοσιαλιστικό όραμα απέδωσε τόσο για το Δημήτρη Ρέππα, όσο και για τους άλλους που είχαν την πρόνοια να οργανωθούν στην ΕΦΕΕ, όπως ο Χρήστος Παπουτσής. Χρειάστηκε βέβαια να κάνουν υπομονή μέχρι να υποσκελίσουν όλους τους εσωκομματικούς τους αντιπάλους. Για κάποιο διάστημα καταδέχτηκαν να τους φωνάζουν "λοχαγούς του ΠΑΣΟΚ", ενώ αναγκάστηκαν ακόμα και να βάλουν ποδίτσα καμαριέρας για να σερβίρουν τσάι στη Μιμή.



Όμως αυτοί οι καιροί του δύσκολου κομματικού καμάτου πέρασαν οριστικά για να δώσουν τη θέση τους σε άνετες υπουργικές καρέκλες. Άλλωστε, και εκείνα τα χρόνια δεν τα πέρασε άσχημα ο Ρέππας. Άλλοτε κυβερνητικός εκπρόσωπος και επάξιος συνεχιστής ενός Μαρούδα και ενός Κουτσόγιωργα, άλλοτε Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που οδήγησε το ασφαλιστικό στη σημερινή κατάσταση, όπως και να έχει ο Ρέππας δεν χρειάστηκε ποτέ να δουλέψει στη ζωή του, έστω και για μία ημέρα. Μάλλον οξύμωρο να είναι ένας αργόμισθος επαρχιώτης πολιτικός Υπουργός Εργασίας, αλλά σίγουρα αυτή η τοποθέτηση του Δημήτρη ήταν πέρα ως πέρα αξιοκρατική και αντάξια μίας σοσιαλιστικής κυβέρνησης που δεν περιορίζεται από μικροαστισμούς.

Μοναδικός στο είδος του ο Ρέππας, κατάφερε να επισκιάσει ακόμα και τον Τσιόκα ως ο καλύτερος τζαμπατζής!

Όλα θα ήταν ειδυλιακά, βουκολικά ίσως, αν κάποιοι δεν ξεκινούσαν τις διαμαρτυρίες για την τιμή των διοδίων και των εισιτηρίων. Αντί να σεβαστούν τα φοιτητικά χρόνια του αγωνιστή της ΕΦΕΕ Ρέππα, προτίμησαν να θυμηθούν τα νεανικά του παραστρατήματα, όταν αντί να διαβάζει προσπαθούσε να κερδίσει τη συμπάθεια των χουντικών. Για να πούμε όμως την αλήθεια, τη νεανική λατρεία του Ρέππα για τον πλατωνικό αριστοκρατισμό την είχαν θυμηθεί πρώτοι αρκετά χρόνια πριν οι ίδιοι οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ, που δεν ήθελαν ένα χουντικό γλειφτη υποψήφιο του κόμματός τους. Όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, ο χαμαιλεοντισμός του πονηρού βλάχου θριάμβευσε, με αποτέλεσμα την εκλογή του στις εκλογές του 1981 με τη στήριξη της νεολαίας ΠΑΣΟΚ της οποίας ήταν πρόεδρος (από εκεί αντέγραψε τη συνταγή η ΟΝΝΕΔ).



Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, σίγουρα επρόκειτο δια ένα μετεφηβικό ολίσθημα του γραφικού Δημήτρη, διότι ούτε Πλάτωνα διάβασε ποτέ στη ζωή του ούτε και θα μπορούσε να θεωρήσει τον εαυτό του ως αριστοκράτη. Για το τελευταίο ας διατηρούμε όμως κάποια αμφιβολία (ας κρατάμε μία πισινή, θα έλεγαν στη γενέτειρα του Δημήτρη), καθώς είναι γνωστές οι ονειρώξεις που ταλαιπωρούν τους νέους της υπαίθρου όταν κοιμούνται κάτω από συκιές.



Το αποκορύφωμα ήταν στις εκλογές του Οδοντιατρικού Συλλόγου Αθηνών. Αν και ο Ρέππας δεν άσκησε ποτέ του το επάγγελμα του οδοντίατρου, και δε θα μπορούσε άλλωστε αφού το πτυχίο το πήρε τιμής ένεκεν λόγω της ανάμειξής του στην ΕΦΕΕ, δεν παραλείπει ποτέ του να πηγαίνει στις εκλογές του Οδοντριατρικού Συλλόγου, και φυσικά να μαγειρεύει την ψηφοφορία δίνοντας κομματική γραμμή. Κάποιοι ασεβείς οδοντίατροι όμως δεν έδειξαν ευαισθησία στο κομματικό λειτούργημα που πήγε να επιτελέσει ο Δημήτρης. Του επιτέθηκαν με αφορμή τις υπέρογκες αυξήσεις στα διόδια και τα εισιτήρια και τον πίκραναν. Κοινώς τον έκραξαν, και χρειάστηκε η επέμβαση πιστών πρασινοφρουρών για να γλυτώσει ο Ρέππας από τις τανάλιες με τις οποίες οι συνάδελφοί του ήθελαν να τον ξεδοντιάσουν. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε στο να εκτελέσει το κομματικό του καθήκον της συμμετοχής του στην ψηφοφορία, αψηφώντας τον κίνδυνο γιαουρτώματος.





Πάντως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως το κίνημα του "Δεν Πληρώνω" έγινε αιτία για να διαφανεί το πολιτικό αισθητήριο ενός άλλου μεγάλου πολιτικού εγκεφάλου του πράσινου ποιμνιοστάσιου, του Σπύρου Βούγια.

Ο Βούγιας δήλωσε με βεβαιότητα πως το κίνημα "Δεν Πληρώνω" στερείται πολιτικής υπόστασης, την οποία όμως διέγνωσε στις θέσεις της Άφρα Αλ Σαλέχ όταν την τοποθέτησε σύμβουλό του. Κι αυτός έκανε καριέρα ως "παιδί του πολυτεχνείου" και αντιστασιακός, δραστηριότητα που του απέφερε μία θέση στο ΑΠΘ μέχρι να αρχίσει τις γυροβολιές αναζητώντας το κόμμα που θα τον κάνει υπουργό. Για ένα διάστημα κάθησε και στην καρέκλα του Υφυπουργού ΠΡΟΠΟ, όπου το μεγαλύτερο έργο του, εκτός από το διορισμό της Καλίπυγου Άφρας, ήταν η μεσολάβησή του για να αφεθούν ελεύθεροι οι γιοί του συνάδελφού του στο ΑΠΘ και στη Βουλή Τάσου Κουράκη όταν έτρεχαν στις ταράτσες κρατώντας μολότωφ. "Ήταν πολιτική η δράση τους", απεφάνθη ο θαυμαστής του ωραίου Σπύρος, στέλνοντας το μήνυμα στους αρνητές των διοδίων και των εισιτηρίων ότι οι κινηματίες του "Δεν Πληρώνω" θα αποκτήσουν πολιτική υπόσταση μόνο όταν μαθητεύσουν κοντά στα κουράκια.


Όπως και να έχει, η ιστορία των διοδίων και των εισιτηρίων έγινε αφορμή για να θυμηθούμε τη λαμπρή πορεία δύο πολιτικών γιγάντων, δύο αγνών σοσιαληστών που δόξασαν, ο καθένας με τον τρόπο του, τόσο τη δευτεροβάθμια όσο και την τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας μας, ενός θεολόγου και ενός οδοντιάτρου.

Friday, April 1, 2011

Golden Boys της εκπαίδευσης

Golden boys στο Χρηματιστήριο. Golden Boys στα υπουργεία. Golden boys στα κανάλια και τις εφημερίδες. Golden boys στις τράπεζες.

Γιατί όχι και golden boys στην εκπαίδευση;

Τα golden boys της εκπαίδευσης δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τα άλλα, πιο γνωστά golden boys. Είναι όμως αδικημένα. Αδικημένα από την κοινωνία που δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα τη συμβολή τους στο μεγάλο κίνημα του χρυσοπαιδισμού. Θαμπώνεται η κοινωνία από το γκλάμορ και την κοσμικότητα των άλλων χρυσών παιδιών, και δε δίνει τη σημασία που πρέπει στα ταπεινά χρυσόπαιδα της εκπαίδευσης, που αγωνίζονται για το χρυσό κουμπαρά τους με σεμνότητα.

Αυτό το ευτελές ιστολόγιο θα αποπειραθεί να αποτιμήσει την προσφορά των golden boys της εκπαίδευσης, και γιατί όχι και να υμνήσει τις αρετές τους, τις περιπέτειές τους, και φυσικά την αποταμιευτική τους ικανότητα.

Ας αρχίσουμε λοιπόν το μαγικό ταξίδι στον άγνωστο κόσμο των golden boys της εκπαίδευσης.